OF TARGETS AND SUPERTARGETS:
A ROUTINE ACTIVITY THEORY OF
HIGH CRIME RATES
A ROUTINE ACTIVITY THEORY OF
HIGH CRIME RATES
Graham Farrell, Ken Clark, Dan Ellingworth, Ken Pease
Internet Journal of Criminology (IJC) © 2005
Θύματα και Υπερθύματα: μια προσέγγιση των υψηλών δεικτών εγκληματικότητας με βάση την θεωρία της επαναλαμβανόμενης δραστηριότητας (Routine Activity Theory)
Τις τελευταίες δεκαετίες οι έρευνες που πραγματοποιήθηκαν κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι, οι παράγοντες θύτης, θύμα και περιβάλλον, παίζουν καταλυτικό ρόλο στην διάπραξη εγκληματικών πράξεων.
Η αναγνώριση της σημασίας των τριών αυτών στοιχείων, αποτέλεσε έναυσμα για την πραγματοποίηση ποικίλων νέων ερευνών, οι οποίες επικεντρώνουν το ενδιαφέρον τους στην επανειλημμένη θυματοποίηση ορισμένων ατόμων, περιοχών, οχημάτων ή άλλων στόχων. Οι θεωρητικές προσεγγίσεις που χρησιμοποιήθηκαν για να εξηγήσουν το φαινόμενο της επαναλαμβανόμενης θυματοποίησης είναι δύο, 1) η ετερογένεια του ρίσκου και 2) η εξάρτηση του γεγονότος, υπό την έννοια της εγκληματικής πράξης.
Η πρώτη θεωρία αναφέρει ότι, αν τα ρίσκα ανάμεσα στα άτομα είναι ετερογενή, δηλαδή αφού προσλαμβάνεται η κάθε κατάσταση υποκειμενικά ως επικίνδυνη ή μη, τότε οι ίδιοι στόχοι μοιάζουν ελκυστικοί σε διαφορετικούς δράστες. Έτσι, σύμφωνα με τους υποστηρικτές της θεωρίας αυτής, δύναται να εξηγηθεί η επαναλαμβανόμενη θυματοποίηση.
Η δεύτερη θεωρία υποστηρίζει ότι οι δράστες «μαθαίνουν» να θυματοποιούν έναν στόχο που τους φαίνεται «κατάλληλος». Αν αυτός ο στόχος παραμείνει ως έχει, δηλαδή δεν αλλάξει όσον αφορά την ποιότητά του ή την πρόσβασή του, τότε ο δράστης πιθανολογείται ότι θα κινηθεί εκ νέου προς αυτόν. Άρα, οι επιτυχημένες εγκληματικές ενέργειες αποτελούν έναν ευνοϊκό παράγοντα για την επανάληψη τους.
Αυτές οι προσεγγίσεις ανήκουν στην ορθολογική προσέγγιση του εγκλήματος και της παραβατικότητας. Σύμφωνα με αυτές, ο δράστης σταθμίζει το κόστος και το όφελος της πράξης και έτσι η επανειλημμένη θυματοποίηση είναι το αποτέλεσμα μια συνειδητής, ορθολογικής επιλογής.
Σύμφωνα με τις επίσημες στατιστικές οι περισσότεροι άνθρωποι δεν πέφτουν θύμα κάποιας εγκληματικής πράξης. Οι έρευνες θυματοποίησης αναφέρουν ότι μόνο το 1/3 των ανθρώπων μπορεί να πέσει θύμα κάποιου εγκλήματος. Αυτό σημαίνει ότι, είτε δεν φάνηκαν αρκετά «ελκυστικά» σε περαιτέρω θυματοποίηση ή ότι κάτι άλλαξε-μεταβλήθηκε, για παράδειγμα έβαλε συναγερμό στο σπίτι του, με αποτέλεσμα να μειωθεί η πιθανότητα θυματοποίησης. Παρόλα αυτά, από αυτούς που υπήρξαν θύματα, πάνω από μια φορά, ένα μικρό μόνο υποσύνολο αποδείχτηκε τόσο ευάλωτο στην θυματοποίηση, ώστε να θυματοποιηθεί επανειλημμένα.
Η παρούσα έρευνα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ύπαρξη «κατάλληλων» θυμάτων δεν αποτέλεσε ικανή εξήγηση για τον δείκτη θυματοποίησης, παρόλο που επιδρούσε θετικά στην τέλεση της εγκληματικής πράξης. Αντίθετα, η ύπαρξη δραστών με ισχυρό κίνητρο και κατάλληλης αστυνόμευσης-φύλαξης, επέδρασε καταλυτικά τόσο στον δείκτη της θυματοποίησης όσο και στην επιτυχία ή την αποτυχία της εγκληματικής πράξης.
Το πλήρες κείμενο της έρευνας εδώ