Τρίτη 13 Ιουλίου 2010

Υγειονομικές συνθήκες στα καταστήματα κράτησης

Οι κοινώς διαπιστωμένες τραγικές και απάνθρωπες συνθήκες που επικρατούν στις ελληνικές φυλακές ήταν αυτές που τον Απρίλιο του 2007 οδήγησαν σε «ντόμινο» εξεγέρσεων. Μετά τον ξεσηκωμό των κρατουμένων στις φυλακές του Μαλανδρίνου, με αίτημα τον εξανθρωπισμό των συνθηκών, οι εξεγέρσεις επεκτάθηκαν σε σωφρονιστικά καταστήματα όλης της χώρας.
Σε Πάτρα, Τρίκαλα, Λάρισα, Κέρκυρα, Κομοτηνή, Διαβατά, Κορυδαλλό και Ναύπλιο υπήρξαν μεγάλης έκτασης εντάσεις με την κυβέρνηση να διατάζει την καταστολή των εξεγέρσεων η οποία έγινε με πρωτοφανή αγριότητα.
Οι αστυνομικές δυνάμεις προχώρησαν σε υπερβολική χρήση δακρυγόνων και χημικών προκειμένου να καταστείλουν τις εξεγέρσεις. Ειδικά στην περίπτωση του Κορυδαλλού τα χημικά «έπνιξαν» όλη την πόλη ενώ τουλάχιστον 15 κρατούμενοι μεταφέρθηκαν τραυματισμένοι στο νοσοκομείο των φυλακών.
Νέες κινητοποιήσεις ακολούθησαν το 2009 και το 2010 στις ελληνικές φυλακές οι οποίες ξεκίνησαν από τις φυλακές της Πάτρας και ακολούθως επεκτάθηκαν στις φυλακές Μαλανδρίνου, Κομοτηνής, Ιωαννίνων, στις γυναικείες φυλακές Ελαιώνα, στις γυναικείες πτέρυγες των φυλακών Θήβας και Κορυδαλλού και στις φυλακές Γρεβενών, με περίπου 3.190 κρατούμενους και κρατούμενες να απέχουν για ημέρες από το συσσίτιο.
Βασικά αιτήματα των κρατουμένων, ανάμεσα σε άλλα, η αποσυμφόρηση των φυλακών, η βελτίωση των συνθηκών κράτησης και υγειονομικής περίθαλψης αλλά και η διάκριση των καταδικασμένων με το «Νόμο περί Ναρκωτικών» δεδομένου ότι η πλειοψηφία των κρατουμένων ανήκει σε αυτή την κατηγορία.

Από κακές έως ανεκτές χαρακτηρίζουν οι κρατούμενοι τις υγειονομικές συνθήκες

Κρίσιμο θέμα και κρίσιμο αίτημα των κρατουμένων και του κινήματος αλληλεγγύης αποτελεί η ένταξη της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης στο Εθνικό Σύστημα Υγείας.
«Παρά το γεγονός ότι υπήρξαν ρυθμιστικοί νόμοι κι ενώ υποτίθεται ότι πλέον οι φυλακές και οι ασθενείς κρατούμενοι έχουν ενταχθεί στο ΕΣΥ ακόμη και το υπουργείο δέχεται ότι δεν έχει γίνει το παραμικρό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση» υποστηρίζει ο Πάνος Λάμπρου από την Πρωτοβουλία για τα δικαιώματα των κρατουμένων.
Ποιες είναι όμως οι συνθήκες υγειονομικής περίθαλψης στα σωφρονιστικά καταστήματα της χώρας;
Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη ο αριθμός του νοσηλευτικού προσωπικού είναι ελλιπής για τις ανάγκες των κρατουμένων με τους σωφρονιστικούς υπαλλήλους να αναλαμβάνουν συχνά αυτό το ρόλο.
Η έρευνα των εγκληματολόγων Ν.Κουλούρη, Β.Τσιλώνη, Δ.Παπαχρήστου και Σ.Γιοβάνογλου δεν έχει να επιδείξει πιο ευχάριστα αποτελέσματα. Σύμφωνα με το μέσο όρο των απαντήσεων των κρατουμένων οι συνθήκες υγειονομικής περίθαλψης όσον αφορά την πρόληψη για τα λοιμώδη νοσήματα, την έγκαιρη μεταφορά σε νοσοκομεία, τις έγκαιρες εξετάσεις είναι από απαράδεκτες έως κακές ενώ αναφορικά με την επάρκεια του προσωπικού από κακές έως ανεκτές και συγκεντρώνουν βαθμολογία μόλις 16 στην κλίμακα από 1- 40.
Οι φυλακές Κορυδαλλού συγκεντρώνουν τη χαμηλότερη βαθμολογία (13) όσον αφορά τις συνθήκες περίθαλψης καθώς οι κρατούμενοι χαρακτηρίζουν όλες τις παραπάνω συνθήκες από απαράδεκτες έως κακές. Την καλύτερη επίδοση είχε το ψυχιατρικό κατάστημα του Κορυδαλλού με βαθμολογία 20,7. (Δείτε στο gallery τους σχετικούς πίνακες)
«Στον Κορυδαλλό υπάρχει το νοσοκομείο Άγιος Παύλος. Ενώ υπάρχουν ασθενείς με πολύ βαριές παθήσεις το λεγόμενο νοσοκομείο δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα μικρό κέντρο υγείας. Κι αυτό το λέω με επιείκεια» τονίζει στο tvxs ο κ. Πάνος Λάμπρου. «Πώς είναι δυνατόν ένα κέντρο υγείας να περιθάλπει ανθρώπους με προβλήματα καρδιάς, φορείς του AIDS ή καρκινοπαθείς ακόμη και στο τελευταίο στάδιο;» αναρωτιέται.
Επισημαίνει δε, ότι σε αρκετές περιπτώσεις οι ίδιοι οι ασθενείς παρά το γεγονός ότι νιώθουν την ανάγκη να επισκεφτούν κάποιο νοσοκομείο δεν το κάνουν λόγο της ταλαιπωρίας της μεταγωγής αλλά και του πειθαρχείου, κατά την επιστροφή, όπου υποχρεούνται να περάσουν από κολπικό έλεγχο οι γυναίκες και πρωκτικό οι άντρες. Τονίζει τέλος, ότι συχνά οι νοσοκομειακοί γιατροί διώχνουν άρον-άρον τους ασθενείς κρατούμενους καθώς θεωρούν μη συμβατό με την εικόνα ενός νοσοκομείου να φιλοξενεί έναν αλυσοδεμένο κρατούμενο.

Γιατί φυλάκιση αντί θεραπεία;

Το Δεκέμβρη του 2009, 29χρονη τοξικομανής η οποία είχε προφυλακιστεί για συνεργία σε ληστεία ύψους 20 ευρώ, βρέθηκε νεκρή στο πάτωμα του κελιού της στον Κορυδαλλό ενώ παράλληλα τρεις συγκρατούμενές της είχαν διακομιστεί σε κωματώδη κατάσταση στο νοσοκομείο.
Αυτές οι περιπτώσεις δεν θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν μεμονωμένα περιστατικά καθώς πολλοί από τους θανάτους που σημειώνονται εντός των σωφρονιστικών καταστημάτων είτε οφείλονται, είτε αποδίδονται στη χρήση ναρκωτικών. Εδώ γεννιούνται εύλογα ερωτήματα σχετικά με την συστηματική διακίνηση ναρκωτικών εντός των φυλακών αλλά και για τις συχνά αυστηρές ποινές που επιβάλλονται σε τοξικομανείς για μικροαδικήματα.
«Μπαίνει κόσμος στη φυλακή εξαιτίας παραβάσεων για ναρκωτικά για να προστατευτεί υποτίθεται η κοινωνία αλλά και να προστατευτούν και οι ίδιοι από τη χρήση ναρκωτικών και τα κυκλώματα εμπορίας. Την ίδια ώρα μέσα στις φυλακές υπάρχει μία θάλασσα από ναρκωτικά και ψυχοφάρμακα» υποστηρίζει ο κ. Λάμπρου.
Την ίδια ώρα σύμφωνα με τον εγκληματολόγο, Βίκτορα Τσιλώνη, είναι διεθνώς παραδεκτό ότι ένα σωφρονιστικό περιβάλλον καταναγκασμού όχι μόνο δεν ευνοεί αλλά αντίθετα αντενδείκνυται σε οποιεσδήποτε προσπάθειες απεξάρτησης.
«Σε όλο τον κόσμο οι φυλακές αποτελούν ένα περιβάλλον ιδιαίτερα πιεστικό που μπορεί να ευνοήσει την καταφυγή στη χρήση ουσιών ως διέξοδο» επισημαίνει από την πλευρά του ο διευθυντής του ΚΕΘΕΑ, δρ. Χαράλαμπος Πουλόπουλος, τονίζοντας παράλληλα ότι οι κίνδυνοι θανάτου από υπερβολική δόση ναρκωτικών, σύμφωνα με ερευνητικά στοιχεία, είναι ιδιαίτερα αυξημένοι τον πρώτο μήνα μετά την αποφυλάκιση εφόσον ο αποφυλακιζόμενος δεν συμμετέχει σε κάποια υποστηρικτική υπηρεσία.

Τα προγράμματα συμβουλευτικής και θεραπείας στις φυλακές

Τι συμβαίνει όμως με τη λειτουργία των προγραμμάτων συμβουλευτικής και θεραπείας εντός των σωφρονιστικών καταστημάτων; Το ΚΕΘΕΑ αυτή τη στιγμή διαθέτει 19 προγράμματα συμβουλευτικής σε διάφορες φυλακές της χώρας, δύο Θεραπευτικές Κοινότητες, για κατάδικους και υπόδικες γυναίκες στον Κορυδαλλό καθώς και Κέντρα Υποδοχής και Επανένταξης Αποφυλακισμένων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
Τα προγράμματα ωστόσο δεν ‘τρέχουν’ χωρίς προβλήματα. Σύμφωνα με τον κ. Πουλόπουλο, ο μεγάλος πληθυσμός των κρατουμένων, οι δυσκολίες συνεργασίας με τις διευθύνσεις των σωφρονιστικών καταστημάτων - με αρνητικό αντίκτυπο στην προσβασιμότητα των υπηρεσιών και στην παραχώρηση κατάλληλων χώρων - αλλά και η δυσκολία στην ενεργοποίηση των ισχυουσών ρυθμίσεων του νόμου για ευνοϊκή αντιμετώπιση των κρατουμένων, όπως η διακοπή της ποινής για εισαγωγή σε θεραπευτικό πρόγραμμα στην κοινωνία είναι οι βασικές δυσκολίες που το ΚΕΘΕΑ αντιμετωπίζει κατά το έργο του.
Οι φυλακισμένοι έχουν τα ίδια δικαιώματα πρόσβασης με τον υπόλοιπο πληθυσμό σε υπηρεσίες φροντίδας της σωματικής και ψυχικής υγείας, ωστόσο, σύμφωνα με τον κ. Πουλόπουλο, τα δικαιώματα αυτά συχνά καταστρατηγούνται. «Η πρόσβαση σε υπηρεσίες σωματικής και ψυχικής υγείας σε πολλές φυλακές συχνά είναι ανύπαρκτη. Η δυνατότητα για υφ’ όρων απόλυση των χρηστών, ώστε να ενταχθούν σε θεραπευτικό πρόγραμμα περιορίζεται σημαντικά από τη διστακτικότητα των δικαστικών αρχών για εφαρμογή των σχετικών διατάξεων, ενώ πολλοί κρατούμενοι υποχρεούνται να διακόψουν τη διαδικασία θεραπείας που έχουν αρχίσει στο κατάστημα όπου βρίσκονται, εξαιτίας της μεταγωγής τους για λόγους ‘τάξης και ασφάλειας’» σημειώνει ο κ. Πουλόπουλος.
Ο διευθυντής του ΚΕΘΕΑ επισημαίνει επιπλέον την αναγκαιότητα της διασύνδεσης των υπηρεσιών που παρέχονται στη φυλακή με τις δομές της κοινωνίας για την υποδοχή και την υποστήριξη των κρατουμένων μετά την αποφυλάκιση. Όπως υπογραμμίζει ένας κρατούμενος χρήστης μπορεί να επιτύχει τη σωματική και ψυχική του απεξάρτηση μέσω των προγραμμάτων συμβουλευτικής και θεραπείας, ωστόσο, αυτή δεν μπορεί να ολοκληρωθεί, αν δεν αντιμετωπιστούν θέματα που αφορούν τις οικογενειακές και κοινωνικές σχέσεις και δεν επιτευχθεί η ένταξη του στην αγορά εργασίας.
Η «εγκληματική» αντιμετώπιση του χρήστη
Οι συνθήκες κράτησης των εθισμένων σε ναρκωτικές ουσίες, οι οποίοι οδηγούνται στις φυλακές αντιμετωπίζοντας στη συνέχεια ελλιπή ιατρική βοήθεια αναφορικά με τον εθισμό τους έχουν συχνά ως αποτέλεσμα τον υποτροπιασμό τους εντός των σωφρονιστικών καταστημάτων. Είναι όμως η θέση των εξαρτημένων από ουσίες ατόμων – που αγγίζουν έως και το μισό του πληθυσμού των κρατουμένων – στη φυλακή;
Σύμφωνα με τον εγκληματολόγο, κ. Τσιλώνη, τα προβλήματα προκύπτουν κυρίως από τη νομοθεσία περί ναρκωτικών. «Βάσει της κείμενης νομοθεσίας είναι σχεδόν αδύνατον να κατηγορηθεί κανείς μόνο για χρήση. Συνηθέστατα κατηγορείται και για άλλα συναφή αδικήματα όπως για διακίνηση. Από τη στιγμή που αυτό το ‘δούναι και λαβείν’ εξομοιώνεται συχνά με την εμπορία, συνακόλουθα βαρύτατες είναι και οι ποινές για τους χρήστες».
Επισημαίνει πάντως ότι «όταν πάμε να αναδείξουμε το ζήτημα των χρηστών κρατουμένων συνηθίζουμε να ‘κολλάμε’ στις υποδομές, στην έλλειψη ικανοποιητικού αριθμού θεραπευτικών προγραμμάτων και σε άλλα συναφή ζητήματα. Η πηγή όμως του προβλήματος παραμένει στο πως ο απλός χρήστης δεν θα τιμωρείται».
Από την πλευρά του, ο διευθυντής του ΚΕΘΕΑ, υπογραμμίζει τη σπανιότητα της εφαρμογής των μέτρων που προβλέπει η ελληνική νομοθεσία σχετικά με μικρότερες ποινές για τους χρήστες ουσιών αλλά και την ανάγκη για σημαντικές μεταρρυθμίσεις στη σχετική νομοθεσία και το σωφρονιστικό κώδικα.
«Πολύ συχνά οι χρήστες αντιμετωπίζονται ως εγκληματίες και όχι ως άτομα με ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας που χρειάζονται βοήθεια. Η επιλογή της φυλάκισης αντί της θεραπείας για τους χρήστες αποτελεί επιλογή που αγνοεί τα επιστημονικά, αλλά και τα οικονομικά δεδομένα, και αναπαράγει το φαύλο κύκλο της εξάρτησης και της παραβατικότητας» υποστηρίζει ο κ. Πουλόπουλος επισημαίνοντας ότι σύμφωνα με επίσημα στοιχεία του ΟΗΕ το κόστος φυλάκισης ενός κρατούμενου χρήστη είναι τέσσερις φορές μεγαλύτερο από το κόστος συμμετοχής του σε ένα πρόγραμμα απεξάρτησης εντός κοινωνίας.
«Με μία κίνηση, μία απόφαση πολιτικής βούλησης θα μπορούσε ο πληθυσμός της φυλακής να μειωθεί από τις 13.500 στις 6.000. Προϋπόθεση να αποφυλακιστούν οι εξαρτημένοι κρατούμενοι που τα αδικήματά τους είναι απόρροια της χρήσης ή της εξάρτησης. Είτε δηλαδή μικροκλοπές, είτε απλή χρήση με την έννοια και της κίνησης μικροποσότητας ναρκωτικών την οποία πρέπει να διακρίνουμε από την εμπορία» τονίζει ο Πάνος Λάμπρου, μέλος της Πρωτοβουλίας για τα δικαιώματα των κρατουμένων υπογραμμίζοντας ότι περιπτώσεις σαν κι αυτές δεν έχουν θέση μέσα στη φυλακή.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου