Δευτέρα 1 Αυγούστου 2011

ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΕΣ ΑΥΤΟΤΡΑΥΜΑΤΙΣΜΟΥ: ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΩΦΡΟΝΙΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ Α' ΜΕΡΟΣ

Τίτλος πρωτύπου:
Self-injurious behaviour-A review of the literature and implications for Corrections
Jennelle Power, Correctional Service of Canada & Shelley L. Brown, Carleton University
Correctional Service of Canada February 2010

Ακολουθεί το άρθρο σε ελεύθερη μετάφραση
Ως αυτοτραυματισμός Α (self-injurious behavior) μπορεί να οριστεί κάθε είδους άμεσης σωματικής βλάβης ή παραμόρφωσης η οποία προκαλείται σκόπιμα  στον εαυτό και δεν θεωρείται ότι είναι κοινωνικά αποδεκτή (Favazza, 1998, Simeon & Favazza, 2001, Walsh & Rosen, 1988). Οι Α περιλαμβάνουν συμπεριφορές, όπως κοψίματα, απόπειρες απαγχονισμού χωρίς πρόθεση θανάτου, καψίματα, χτυπήματα, κατάποση αιχμηρών αντικειμένων ή επιβλαβών ουσιών, η εισαγωγή και η αφαίρεση αντικειμένων στο σώμα, χτυπήματα της κεφαλής κλπ..
Ενώ, ο Α είναι, εξ ορισμού, μια δράση με σκοπό να προκαλέσει εσκεμμένες βλάβες στον εαυτό και ως εκ τούτου η ευθύνη αποδίδεται αποκλειστικά στο ατόμο, για τις σωφρονιστικές υπηρεσίες είναι επιτακτική η ανάγκη κατανόησης αυτών των συμπεριφορών, προκειμένου να μειωθεί η εμφάνισή τους και να παρασχεθεί η καλύτερη δυνατή φροντίδα και προστασία σε  όσους εμπλέκονται σε Α.  Επιπλέον, τέτοιου είδους  συμπεριφορές μπορούν να αποτελέσουν  απειλή για την ασφάλεια του προσωπικού καθώς  έρευνες έχουν δείξει ότι οι παραβάτες που επιδίδονται σε Α βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο να επιτεθούν στο θεραπευτικό προσωπικό (Young,
Justice & Erdberg, 2006).
Εντός των φυλακών, το προσωπικό έρχεται συχνά αντιμέτωπο με περιστατικά Α που βρίθουν ηθικών, νομικών και κλινικών θεμάτων και καθιστούν δύσκολη την ισορροπία μεταξύ της διατήρησης της ασφάλειας  και της αποτελεσματικής θεραπείας (Amicus , 2005, Gaseau & Mandeville, 2005, Groves, 2004, Lanes, 2009, McCarthy, 1992, Metzner et al, 2007). Η εκδήλωση Α μέσα σε σωφρονιστικά ιδρύματα συχνά οδηγεί στην προοδευτική χρήση των φυσικών περιορισμών (Groves, 2004, Metzner et al, 2007), μια δυνητικά προβληματική κατάσταση που η Σωφρονιστική Υπηρεσία του Καναδά έχει ως στόχο να ελαχιστοποιήσει. Οι Α έχουν σημαντικό κόστος σε πολλαπλά επίπεδα, ιδιαίτερα αν λάβουμε υπόψη την ιατρική και ψυχιατρική φροντίδας που απαιτείται για την αντιμετώπιση αυτών των συμπεριφορών μέσα στη φυλακή(O'Sullivan, Lawlor, Corcoran & Kellehar, 1999, Runeson & Wasserman, 1994, Sinclair, Gray & Hawton, 2006). Το ανθρώπινο κόστος αυτών των συμπεριφορών, αν και δύσκολο να ποσοτικοποιηθεί, είναι σημαντικό, τόσο για τα άτομα που αυτοτραυματίζονται και διατρέχουν κίνδυνο για τη σωματική και ψυχική τους υγεία όσο και για το προσωπικό που αναλώνει μεγάλες ποσοτήτες των διαθέσιμων πόρων για τη διαχείριση και διερεύνηση των συμπεριφορών αυτών (DeHart, Smith, & Kaminski, 2009, Favazza, 1998).
Παρόλο το επιστημονικό ενδιαφέρον που έχουν προσελκύσει οι Α δεν είναι ακόμα πλήρως κατανοητοί. Πολλές προκλήσεις έχουν συμβάλει σε αυτήν την έλλειψη κατανόησης, συμπεριλαμβανομένης και της πολυπλοκότητας της συμπεριφοράς, των  ασυνεπειών στη χρήση της ορολογίας και των ορισμών, της σύγχυσης σχετικά με το τι αποτελεί Α, και της απόκρυψης περιστατικών που καθιστούν δύσκολη τη συλλογή αξιόπιστων στοιχείων.  Αν και έχουν δημοσιευθεί πολλά ερευνητικά άρθρα και κεφάλαια βιβλίων σχετικά με το θέμα, εκλείπουν μεθοδολογικά ορθές εμπειρικές μελέτες (Lanes, 2009). Έτσι, παρά το γεγονός ότι το πρόβλημα της εκδήλωσης Α στον πληθυσμό των κρατουμένων έχει αναγνωριστεί εδώ και 30 χρόνια σε ακαδημαϊκούς, νομικούς, και επαγγελματικούς κύκλους εξακολουθούν να υπάρχουν πολλά κενά στη βιβλιογραφία.

Το παρόν έγγραφο θα προβεί σε ανασκόπηση της βιβλιογραφίας σχετικά με τον Α. Αρχικά, εξετάζονται θέματα που αφορούν τον ορισμό του Α, ακολουθεί μια προσπάθεια διερεύνησης της φύσης των Α και των προηγούμενων αποπειρών ανάπτυξης για  συστημάτων ταξινόμησης. Στη συνέχεια, παρουσιάζονται οι διαθέσιμες έρευνες σχετικά με τα ποσοστά επικράτησης, και τις  θεωρίες για τα κίνητρα εμπλοκης σε Α. Τέλος, γίνεται αναφορά στις επιπτώσεις των Α για το σωφρονιστικό σύστημα του Καναδά και προτείνονται κατευθύνσεις για τις μελλοντικές έρευνες. Τα κενά της έρευνας που εντοπίζονται στην παρούσα ανασκόπηση της βιβλιογραφίας θα αποτελέσουν τη βάση για το σχεδιασμό των επόμενων ερευνητικών μελετών που θα διεξαχθούν στο πλαίσιο του σωφρονιστικού συστήματος του Καναδά.
Ορίζοντας τον Αυτοτραυματισμό

Διαφοροποιήσεις μεταξύ των συχνότερα χρησιμοποιούμενων ορισμών
Προτεινόμενοι Όροι: Αυτοτραυματισμός και μη αυτοκτονικός αυτοτραυματισμός. Ο ορισμός του Α είναι εμφανώς πολύπλοκος. Υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός όρων που χρησιμοποιούνται και ανακολουθίες στον τρόπο που αυτοί χρησιμοποιούνται (π.χ., παραυτοκτονική συμπεριφορά, αυτοκτονική συμπεριφορά, αυτο-επιθετικότητα, αυτοκαταστροφικότητα, σκόπιμος αυτοτραυματισμός, συμπεριφορές αυτο-τραυματισμού, μη αυτοκτονικός αυτο-τραυματισμός).
Έχουν γίνει προσπάθειες επαναπροσδιορισμού των όρων και διαφοροποίησης των συμπεριφορών με βάση τον τύπο της συμπεριφοράς, την πρόθεση, και το αποτέλεσμα (O'Carroll, Berman,
Maris, & Moscicki, 1996, Silverman, Berman, Sanddal, O'Carroll, & Joiner, 2007  & Συμεών Favazza, 2001), αλλά κανένας δεν έχει κερδίσει ευρεία αναγνώριση στην έρευνα και στην κλινική πρακτική. Πρόσφατα το Διεθνές Δίκτυο για τη Μελέτη του Αυτοτραυματισμού διατύπωσε των κάτωθι ορισμό για τον μη αυτοκτονικό αυτοτραυματισμό:
«Η σκόπιμη, αυτοεπιβαλλόμενη καταστροφή των ιστών του σώματος με αποτέλεσμα την άμεση ζημία, χωρίς αυτοκτονική πρόθεση και για σκοπούς που δεν επιβάλλονται κοινωνικά. Ως εκ τούτου, η συμπεριφορά αυτή διακρίνεται από: αυτοκτονικές συμπεριφορές με πρόθεση θανάτου, υπερβολική δόση ναρκωτικών, και άλλες μορφές αυτοτραυματισμών, συμπεριλαμβανομένων των πολιτισμικά ανεκτών συμπεριφορών που εκδηλώνονται για αισθητικούς λόγους, επαναλαμβανόμενες στερεοτυπικές μορφές που εκδηλώνονται στα πλαίσια αναπτυξιακών διαταραχών και ακραίες μορφές που εκδηλώνονται στο πλαίσιο της ψύχωσης (π.χ., αυτο-ευνουχισμός) (ISSS, 2007).

Δεδομένου ότι ο όρος μη αυτοκτονικός αυτοτραυματισμός (NSSI), όπως αναφέρεται παραπάνω, ορίζεται με σαφήνεια, θα χρησιμοποιείται  σε αυτό το έγγραφο όποτε είναι δυνατόν. Ωστόσο, πολλές φορές είναι δύσκολο-αν όχι αδύνατο- να διακρίνει κανείς αν υπάρχει ή όχι πρόθεση  θανάτου στους αυτοτραυματισμούς (Claes & Vandereycken, 2007). Στην παρούσα ανασκόπηση και όπου είναι δυνατόν θα γίνεται η διάκριση μεταξύ μη αυτοκτονικού αυτοτραυματισμού NSSI και απόπειρας αυτοκτονίας καθώς ύπάρχουν πολλές σημαντικές διαφορές μεταξύ τους. Για τις περιπτώσεις όπου η αυτοκτονική πρόθεση είναι ασαφής ή άγνωστη θα χρησιμοποιείται  ο όρος αυτοτραυματισμός.
Η τελευταία διάκριση που πρέπει να γίνει  αφορά τους όρους αυτοτραυματισμός και αυτοκαταστροφική συμπεριφορά. Σε αυτή την εργασία, ο όρος αυτοκαταστροφική συμπεριφορά θα χρησιμοποιείται με την  ευρύτερη έννοια για να  συμπεριλάβει πολλές από τις συμπεριφορές που εξαιρούνται από τον ορισμό του αυτοτραυματισμού(Claes & Vandereycken, 2007). Για παράδειγμα, μερικές μελέτες στον ορισμό της αυτοκαταστροφικής συμπεριφοράς περιλαμβάνουν περιστατικά αυτοτραυματισμού που συμβαίνουν χωρίς συνειδητή πρόθεση να βλάψει κάποιος τον εαυτό του (για παράδειγμα, ένα ατύχημα), «πολιτιστικά επιβαλλόμενες» ενέργεις (π.χ., τατουάζ, piercing, τελετουργίες), επαναλαμβανόμενες χειρουργικέες επεμβάσεις, η παραμέληση της υγείας, συμπεριφορές αναζήτησης ρίσκου/κινδύνων, διατροφικές διαταραχές, και σωματικές βλάβες που δεν είναι άμεσα όρατες αλλά μπορούν να προκύψουν  συσωρευτικά (π.χ. κάπνισμα,  κατάχρηση ουσιών, Claes & Vandereycken, 2007, Favazza, 1998, Simeon & Favazza, 2001, Τurp , 2003).
Στο Σχήμα 1 παρουσιάζεται οπτικά η θεωρητική διατύπωση των όρων που συζητήθηκαν παραπάνω, έτσι όπως θα χρησιμοποιηθούν στο κείμενο.