Τετάρτη 6 Οκτωβρίου 2010

Οι κοινωνικές στάσεις ατόμων ηλικίας 20-26 ετών απέναντι στα αποφυλακισμένα άτομα

[Μια εμπειρική έρευνα και μελέτη των προκαταλήψεων,
του Τομέα Εγκληματολογίας, του Τμήματος Κοινωνιολογίας
του Παντείου Πανεπιστημίου Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών*].
Σκοπός της έρευνας ήταν η μελέτη των κοινωνικών προκαταλήψεων απέναντι στα αποφυλακισμένα άτομα, ένα άκρως σημαντικός παράγοντας που λειτουργεί αρνητικά στον τρόπο, που προσλαμβάνεται το αποφυλακισμένο άτομο αναφορικά με την πορεία της κοινωνικής επανένταξης του αναδείχτηκε ο ρόλος του στίγματος της φυλακής.
Όπως κατέδειξε και επιβεβαίωσε η έρευνα η πορεία της επανένταξης ενός αποφυλακισμένου ατόμου θα έχει αρνητικό αποτέλεσμα δηλαδή δεν θα είναι επιτυχής. Βασικό μεθοδολογικό και θεωρητικό πλαίσιο ήταν να μελετηθεί σε βάθος η θεωρία του στιγματισμού [Λεμέρτ,1951], να εξετασθεί το θέμα της επιρροής του στίγματος της φυλάκισης στην απόδοση των πιθανοτήτων κοινωνικής επανένταξης του αποφυλακισμένου ατόμου.
Πιο συγκεκριμένα η μελέτη της επιρροής του γεγονότος της φυλάκισης στην κοινωνική αντίληψη, δηλαδή το είδος των κοινωνικών αναπαραστάσεων που διαμορφώνονται γύρω από την κοινωνική επανένταξη ενός αποφυλακισμένου ατόμου με βάση το στίγμα της φυλακής.

Η έρευνα αυτή στηρίχτηκε σε τρέχουσες απόψεις πρωτίστως της Εγκληματολογίας και της Κοινωνιολογίας πάνω στα θέματα των κοινωνικών στάσεων για τον κοινωνικό αποκλεισμό, της κοινωνικής ταυτότητας, της γνωστικής κατηγοριοποίησης, της προκατάληψης, των στερεοτύπων και της κοινωνικής αντίδρασης πάνω στο έγκλημα.
Η βασική υπόθεση εργασίας επικεντρώθηκε στην σημασία της επιβολής του στίγματος της φυλακής στην κοινωνική ταυτότητα του αποφυλακισμένου ατόμου, έτσι όπως ερευνήθηκε από τους θεωρητικούς της κοινωνικής αλληλεπίδρασης Becker, Lemert, Selling.
Ερευνήθηκε κατά πόσο το αποφυλακισμένο άτομο βρίσκεται εγκλωβισμένο μέσα σε ένα στερεοτυπικό μηχανισμό, που του αποδίδει αρνητικά κοινωνιοψυχολογικά χαρακτηριστικά δεδομένης της ύπαρξης του γεγονότος της φυλάκισης του στο παρελθόν.
Η διαπίστωση ενός βιβλιογραφικού κενού στην Ελλάδα από έρευνες με αποκλειστικό ερευνητικό αντικείμενο την επανένταξη αποφυλακισμένων είτε σε επίπεδο αξιολόγησης προγραμμάτων επανένταξης [κρατικών ή μη], αποτέλεσε το υπόβαθρο διαμόρφωσης της προβληματικής του συγκεκριμένου ερευνητικού εγχειρήματος.
Η μελέτη της κοινωνικής επανένταξης, ως αυτόνομο ερευνητικό αντικείμενο, θα προσδιορίσει τους παράγοντες εκείνους που κάνουν το κοινωνικό σύνολο να προσλαμβάνει με προκαταλήψεις το αποφυλακισμένο άτομο αναφορικώς με το γεγονός της δυνατότητας που αυτό έχει να ενταχθεί κοινωνικά.
Στις διαπιστώσεις ή/και προτάσεις της Μελέτης περιλαμβάνονται:
Η μελέτη της κοινωνικής επανένταξης του αποφυλακισμένου ατόμου προσκρούει σε πολλά προβλήματα εμφάνισης της αλήθειας και απεικόνισης της κοινωνικής πραγματικότητας, όπως αυτή διαμορφώνεται μέσα από κρυφούς μηχανισμούς άσκησης κοινωνικού ελέγχου, κοινωνικής απόρριψης και περαιτέρω περιθωριοποίησης του στιγματισμένου ως «παραβάτη» άτομο.
Η βασικότερη πρόταση είναι η υπογράμμιση της ανάγκης αυτονόμησης του ερευνητικού αντικειμένου της κοινωνικής επανένταξης αποφυλακισμένων ατόμων ώστε να υπάρχει πλήρης επιστημονική ακρίβεια, αναφορικώς με τους παράγοντες εκείνους που ενθαρρύνουν την υποτροπή μετά την αποφυλάκιση.
H εύρεση εργασίας μετά την φυλακή, η ψυχοκοινωνική στήριξη από την κοινωνία και τις ομάδες που την συνθέτουν, είναι το κλειδί εκείνο στην επιστήμη της Εγκληματολογίας, της Ψυχολογίας και της Κοινωνιολογίας που ανοίγει το «μαγικό κουτί» της κοινωνικής επανένταξης αποφυλακισμένων, αφήνοντας την ελπίδα μιας μελλοντικής πορείας αποφυλακισμένου ατόμου έξω από πιθανότητες υποτροπής και κοινωνικής περιθωριοποίησης του.
Αν θα έπρεπε να τοποθετήσουμε και την κοινωνική επανένταξη στο πλαίσια μιας ριζοσπαστικής ανθρωπιστικής Κοινωνικής Πολιτικής, η κάλυψη των αναγκών επιβίωσης, που προκύπτουν στο αποφυλακισμένο άτομο μετά την φυλακή είναι, ίσως, μαζί με την κινητοποίηση του ατόμου σε προσωπικό επίπεδο να αντιμετωπίσει τα προβλήματα αυτά, ο βασικότερος άξονας χάραξης Προγραμμάτων Κοινωνικής επανένταξης αποφυλακισμένων.
Στον βαθμό, που δεν θα πραγματοποιηθούν ριζικές αλλαγές στον τρόπο μεταχείρισης του παραβάτη, η κοινωνική επανένταξη δεν θα είναι ουσιαστική. Θέματα όπως η Ψυχολογική Εκπαίδευση των Δικαστών και η ύπαρξη εξειδικευμένων Ποινικών Δικαστών με επαρκή γνώση ψυχολογίας και εγκληματολογίας, η αντίστοιχη εκπαίδευση Αστυνομικών και η κατάλληλη επιλογή ατόμων για την εκπλήρωση του εργασιακού αυτού ρόλου και γενικότερα η εκπαίδευση των εργασιακών ρόλων, που εμπλέκονται στο Ποινικό και Σωφρονιστικό Σύστημα στην ευαισθητοποίηση απέναντι στο χειρισμό των ανθρώπων-κρατουμένων είναι ένα ακόμη σημαντικός παράγοντας, που μπορεί να κάνει την κοινωνική επανένταξη ένα σχέδιο ρεαλιστικά υλοποιήσιμο.
* Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από την κυρία Σωτηρία Καρυτινού, Ψυχολόγο, Διδάκτορα του Παντείου Πανεπιστημίου Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, στο πλαίσιο της εκπονήσεως της διδακτορικής της διατριβής, η οποία ολοκληρώθηκε το έτος 2007, με την αναγόρευσή της σε Διδάκτορα.
πηγή:  ΑΝΙΜΑ τριμηνιαία έκδοση πληροφόρησης και επικοινωνίας Αρ.Φύλλου 51

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου