Παρασκευή 1 Απριλίου 2011

ΑΠΟΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΞΑΡΤΗΣΗ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΕΛΑΙΩΝΑ ΘΗΒΩΝ

Ο δύσκολος δρόμος προς την ελευθερία
ΡΕΠΟΡΤΑΖ | ΑΝΤΑ ΨΑΡΡΑ (adapsarra@enet.gr)
Στις παρυφές της επικαιρότητας βρίσκεται συνήθως το κοινωνικό αδιέξοδο των εξαρτημένων ανθρώπων. Κάπου κάπου μερικές απεγνωσμένες κραυγές φυλακισμένων ή μη χρηστών, τιμωρημένων διπλά γι’ αυτήν τους την αυτοκαταστροφική επιλογή, διαμαρτυρίες εργαζομένων για την ανυπαρξία δομών και κυρίως της βούλησης να αντιμετωπιστούν πολιτισμένα οι εξαρτημένοι και τηλεοπτικά πασαλείμματα είτε με δημοσιογραφία κλειδαρότρυπας είτε με κοινωνικά ρεπορτάζ ευαισθητοποίησης. Φυσικά, μέσα στο απόλυτο σκοτάδι και στις προκαταλήψεις, κάθε προσπάθεια ενημέρωσης είναι τελικά θετική, μια και αναδεικνύει την πορεία θανάτου που επιφυλάσσει συχνά η χώρα μας και στους εξαρτημένους.

 
Αρωγοί στις προσπάθειες όλων όσοι προσπαθούν να ξεφύγουν από την πορεία θανάτου είναι τα πετσοκομμένα προγράμματα που λειτουργούν στην Ελλάδα: ΟΚΑΝΑ, ΚΕΘΕΑ, 18 ΑΝΩ. Ενα κομμάτι του ΚΕΘΕΑ, που ασχολείται ειδικά με την απεξάρτηση των κρατουμένων, είναι το γνωστό και από αρκετά δημοσιεύματα του «Ιού» πρόγραμμα «Εν Δράσει». Η δημιουργία κοινοτήτων απεξάρτησης στις φυλακές, όπου επίμονα συνεχίζουν να οδηγούνται οι χρήστες, είναι μία από τις κύριες δράσεις του. Στο πλαίσιο αυτό μετράει λίγους μόνο μήνες η δημιουργία κοινότητας στις γυναικείες φυλακές της Θήβας. Στην πραγματικότητα, αυτό αποτελεί έναν άθλο. Αυτό που φαντάζει περίπου αυτονόητο, η λειτουργία δηλαδή κέντρων απεξάρτησης μέσα στις φυλακές, τη στιγμή που η ελληνική δικαιοσύνη επιμένει να οδηγεί εκεί «τσουβαλιασμένους» τους χρήστες, δεν είναι καθόλου έτσι. Για να γίνουν οι κοινότητες χρειάζεται να ξεπεραστούν άπειρες αγκυλώσεις και εμπόδια. Προσπαθώντας να κωδικοποιήσουμε μερικές μόνο από τις δυσκολίες και έχοντας παρακολουθήσει σχεδόν από την πρώτη μέρα τη δημιουργία της κοινότητας στη Θήβα έχουμε και λέμε:
* Ολοι οι αρμόδιοι θεσμοί λειτουργούν ως εμπόδια και όχι ως εφαλτήρια μιας τέτοιας προσπάθειας. Για παράδειγμα, το υπ. Δικαιοσύνης και οι υπηρεσίες του καθυστερούν όλες τις αποφάσεις. Το αίτημα για τη Θήβα υποβλήθηκε επί Δένδια και υπογράφηκε επί Καστανίδη – με απρόσμενη, είναι η αλήθεια, ταχύτητα από τον σημερινό υπουργό.
* Οι αρμόδιοι των φυλακών συνήθως κοιτάζουν με μισό μάτι αυτές τις προσπάθειες, όπως και οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι, μη θέλοντας να ταράζουν τον γαλήνιο ύπνο τους και να δεσμεύονται με παραπανίσιες αρμοδιότητες. Στην περίπτωση της Θήβας, η διεύθυνση των φυλακών, μετά την υπουργική απόφαση, συνεργάστηκε αποτελεσματικά με το ΚΕΘΕΑ και έδωσε γρήγορα την άδεια να μετατραπεί ένα μεγάλο υγρό ημιυπόγειο σε χώρο για την κοινότητα.
* Κάποιοι από τους λιγοστούς θεραπευτές, λόγω των περιορισμένων χρηματοδοτήσεων στο ΚΕΘΕΑ, δέχτηκαν να αποσπαστούν στη Θήβα και να βοηθήσουν στη δημιουργία της κοινότητας, με τους υπεύθυνους του προγράμματος να βρίσκουν με τη σειρά τους το χρόνο για πολλή δουλειά σε άλλη μια κοινότητα. Ολοι αυτοί χρειάστηκε να υπερβούν το ζήτημα της απόστασης, που αποτελεί ένα μεγάλο αντικειμενικό εμπόδιο.
* Οι φυλακές της Θήβας είναι σκληρές φυλακές. Οι καταδικασμένες κρατούμενες από όλη την κεντρική και νότια Ελλάδα βρίσκονται στη Θήβα. Από παιδιά 18 χρονών μέχρι ηλικιωμένες, ανεξαρτήτως ποινής, βρίσκονται στην τεράστια αυτή φυλακή. Οι νόμοι της φυλακής, οι ιεραρχίες, οι συγκρούσεις, τα καρφώματα και η βία δεν αποτελούν, φυσικά, μεμονωμένα περιστατικά σε αυτού του είδους τις φυλακές.
* Τα στεγνά προγράμματα, όπως το «Εν Δράσει», που ζητάει από τις κρατούμενες να κόβουν τα πάντα ως προϋπόθεση ένταξης στην κοινότητα, ακόμα και τα χάπια που παίρνουν για να ηρεμούν και να κοιμούνται, είναι πολύ ζόρικα για τις καταδικασμένες χρήστριες. Η φυλακή έχει πολλή μαυρίλα, α- παισιοδοξία και παραίτηση, με αποτέλεσμα η κάθε προσπάθεια να είναι δυο φορές πιο δύσκολη από μια εναλλακτική θητεία έξω από τη φυλακή, για παράδειγμα.
* Αν και αφού το αποφασίσουν με μεγάλες επιφυλάξεις, κάποιες γυναίκες θα αντιμετωπίσουν την καχυποψία, ίσως και την επιθετικότητα ακόμα των άλλων, που δεν βλέπουν με καλό μάτι αυτές τις κοινότητες, που αντικειμενικά αποδομούν τις «ιεραρχίες» στη φυλακή.
* Τα σύννεφα της καχυποψίας έπρεπε να διαλυθούν από το πρώτο κιόλας κάλεσμα των φυλακισμένων σε μια γνωριμία με το πρόγραμμα. Στην αρχή, μάλιστα, πήγαιναν πάρα πολλές γυναίκες στις συναντήσεις όχι για να ξεκινήσουν μόνο την προσπάθεια, αλλά και για να διαπιστώσουν… το κλίμα. Να βεβαιωθούν ότι δεν υπάρχει τίποτα το απειλητικό για τις υπόλοιπες φυλακισμένες με τη λειτουργία αυτής της κοινότητας, καμιά «ρουφιανιά».
* Μία από τις λειτουργίες του προγράμματος είναι η προσπάθεια να ξεφύγουν τα μέλη της κοινότητας από τις λειτουργίες της «πιάτσας», των εξαρτημένων δηλαδή σχέσεων, των εκβιαστικών και βίαιων συμπεριφορών που γεννάει η χρήση κ.λπ. Αυτό σημαίνει ακόμα και το να ξεκόψουν τα μέλη από κάποιες παρέες στη φυλακή για να μπορέσουν να τα καταφέρουν. Είναι, λοιπόν, κατανοητό το πόσο δύσκολα πραγματοποιείται αυτό, μια και γεννάει καχυποψία και «έχθρα». Πολλοί χρήστες αναγκάζονται για τέτοιους «κοινωνικούς» λόγους να εγκαταλείψουν την προσπάθεια, ώστε να μην αντιμετωπίζουν τα βράδια στους θαλάμους τη χλεύη, ακόμα και τη βία από τους άλλους. Το ίδιο, φυσικά, συμβαίνει και στη Θήβα – αν και, όσο η κοινότητα μπαίνει στην καθημερινότητά της, τόσο αυτές οι επιφυλάξεις διαλύονται.
Με αυτά, λοιπόν, τα εμπόδια στην «πλάτη», οι κρατούμενες-μέλη της κοινότητας, οι θεραπεύτριες Βίκη Μώρου και Πηνελόπη Αθανασοπούλου, ένας εθελοντής του ΚΕΘΕΑ, ο Αντρέας Αβραμίδης, οι υπεύθυνοι του προγράμματος Γιάννης Τέντης και Παναγιώτης Στούπας, αλλά και οι κρατούμενες της συμβουλευτικής ολοκληρώνουν τη δημιουργία της ξεχωριστής αυτής μονάδας στις φυλακές της Θήβας.
Σε ένα κτήριο αχανές, ένας μεγάλος χώρος γεμάτος νερά, με ξεφλουδισμένους τοίχους και ταβάνια, επισκευάστηκε από τεχνικούς και δόθηκε στους «ενοίκους», που τον γέμισαν χρώματα, μυρωδιές και καθαρές σχέσεις. Ενας χώρος διαλόγου, θεραπείας και προσπάθειας, συναισθημάτων και φιλίας, ένας χώρος συλλογικότητας και αλληλεγγύης. Κάτι, που ίσως δεν γνωρίζουν οι περισσότεροι, είναι ότι οι χρήστες από ένα σημείο και μετά δεν έχουν συναισθήματα. Τα θάβουν κάπου μέσα τους, αναζητώντας τη δόση. Αυτά είναι που ψάχνει να βρει η κάθε μορφή θεραπείας και να τα βγάλει και πάλι στην επιφάνεια. Για παράδειγμα, πολλές φυλακισμένες δεν μπορούν να κλάψουν και όταν κάτι κακό τους συμβεί και θελήσουν να ξεσπάσουν, προτιμάνε να «κόβονται». Να κομματιάζουν, δηλαδή, τα χέρια και το σώμα τους για να ξεσπάσουν, να αντισταθμίσουν τον «εσωτερικό» πόνο. Αυτό, όσο κι αν ακούγεται εξωφρενικό, δεν παύει να είναι συχνό φαινόμενο, που οφείλεται και στην αδυναμία εκδήλωσης συναισθημάτων.
Στην κοινότητα μαθαίνουν να δεσμεύονται, να συνυπάρχουν και να δημιουργούν προϋποθέσεις για να τα καταφέρουν. Ο λόγος, λοιπόν, στις πρωταγωνίστριες αυτής της προσπάθειας – που δεν δίστασαν μαζί με τους θεραπευτές τους να γίνουν μπογιατζήδες, σοβατζήδες, υδραυλικοί και ό,τι άλλο χρειάστηκε για να φτιαχτεί ο χώρος έτσι που να τους αρέσει. Η καθεμία έγραψε το δικό της κομμάτι για το κάθε βήμα που έγινε από την αρχή μέχρι και σήμερα, λίγους μήνες μετά τη δημιουργία της κοινότητας.
«Αυτή ήταν η αρχή» γράφει η Κωσταντίνα:
«Μέσα Μαΐου, μια μέρα ίδια μοναχική, σκληρή. Μόλις μπήκα στην Ακτίνα, “θα ‘ρθουν” λέει “κάτι τύποι του ΚΕΘΕΑ να μας μιλήσουν”, ξέρεις κάτι; Σιώπησα. “Λες;” είπα μέσα μου δειλά, χαμογέλασα κι ένα ρίγος με διαπέρασε, μια τρελή σκέψη, ήρθαν σαν χείμαρρος ορμητικός μνήμες στην κοινότητα του Κορυδαλλού, χρώματα, ζεστασιά, μυρωδιές, δάκρυ, ήμουν τυχερή γιατί ήξερα. Μπαίνω σφαίρα στον παγωμένο θάλαμο και φωνάζω στην Αννα “σήκω, πάμε για αίτηση, θα σου πω μετά”. Στους διαδρόμους ακούγονταν ψίθυροι. “Θα πάμε για χαβαλέ, να γελάσουμε λίγο” είπαν κάποιες, άλλες έκλεισαν ραντεβουδάκι για να βρεθούνε και κάποιες άλλες δειλά για να ακούσουν. Πήγαμε μπροστά. Οσο οι δύο τύποι περίμεναν καθισμένοι, έβλεπαν τη δυσπιστία, την αγωνία και το φόβο στα μάτια μας. Μίλησαν αργά για το ποιοι είναι, γιατί ήρθαν, τι πρόσφεραν απλόχερα. Το πρώτο που σκέφτηκα ήταν αν το πιστεύουν. Είδα όμως την αγωνία τους, σε μια προσπάθεια τιτάνια να δούμε μέσα στα μαύρα σκοτάδια της ψυχής μας, ντύνοντας την κάθε λέξη τους μια μια ώστε να μας αγγίξουν, να αναρωτηθούμε, να καταλάβουμε. Βαβούρα, φωνές, τράκες στα τσιγάρα τους, αλλά και ερωτήσεις, άλλες άσχετες, άλλες για τις ποινές και τα δικαστήρια, άλλες σχετικές. Οι τύποι παρέμεναν ήρεμοι και συνέχιζαν για τις λίγες που φώναζαν σιωπηλά με κραυγές απελπισίας βοήθεια. Ανάφεραν για μια συμβουλευτική, μια ευκαιρία, μια αγωνία. Ενας φόβος για μερικές από μας, είπαμε μέσα μας, ενώ άλλες είπαν “μούφα η δουλειά, παραμύθα, σιγά τώρα δεν έχουμε ανάγκη εμείς, πάμε να φύγουμε”».
(Η Κωσταντίνα έχει αποφυλακιστεί και συνεχίζει το πρόγραμμα στην κοινότητα του Εν Δράσει.)
Συνεχίζει η Αλμπάνα:
«Οταν έκλεισε η “πόρτα”, μετά την πρώτη συνάντηση, άρχισαν τα ερωτήματα και οι σκέψεις στο μυαλό μου. “Ποιοι είναι; Τι θέλουν από μας; Πόσο αληθινοί είναι; Πόσο ψεύτικοι; Τι ακριβώς κάνουν και γιατί; Υπάρχει όφελος απ’ αυτό που κάνουν για μένα;” Τόσες πολλές ερωτήσεις που δεν μπορώ να τις απαντήσω όλες. Συζητώντας με άλλα άτομα που ήταν στη συνάντηση, σχολιάσαμε διάφορα. Τη στάση του καθενός, την ομιλία του, το πώς μας δέχτηκαν, τι απάντησαν στις ερωτήσεις μας. Σχολίασα τα αρνητικά και τα θετικά του καθενός κι αυτά που μου έμειναν είναι δύο πράγματα. Ο ένας ήταν ήρεμος, ενώ ο άλλος μου έδωσε την εντύπωση ενός υπερκινητικού ατόμου. Είδα στα μάτια του την εξυπνάδα και τη δύναμη που μπορεί να κρύβει η ψυχή ενός ανθρώπου. Αυτά με έκαναν να ξαναπάω, συν η περιέργειά μου, αλλά και το ότι ήθελα να τους τσεκάρω. Ετσι, φορά τη φορά, βλέποντας και δίνοντας κομμάτια του εαυτού μου και παίρνοντας δικά τους κομμάτια, συνεχίζω την πορεία μου μαζί τους».
Τις σκέψεις της για την πρώτη συνάντηση περιγράφει και η Ελένη:
«Μόλις μας ενημέρωσαν έκανα αίτηση αμέσως. Πάω και βλέπω δύο συμπαθητικούς άντρες και το “κλικ” για μένα ήταν ο τρόπος που μας αντιμετώπισαν. Εφυγα γεμάτη συμπάθεια και ίσως εκείνη την ημέρα και η ψυχική μου κατάσταση ήταν τέτοια που είχα ανάγκη αυτή την εντυπωσιακή επαφή. Εμένα με “γήτεψαν” και έκτοτε δεν έχασα καμία συνάντηση. Μετά γνώρισα και τις άλλες θεραπεύτριες και έπιασαν τις πτυχές τις ψυχής μου. Παρόλο που είμαι πολύ ατίθαση, δέχομαι την κριτική από τους θεραπευτές μου και δεν με ενοχλεί ό,τι και να μου λένε, αντίθετα με ευχαριστεί να δέχομαι την πραγματικότητα από αυτούς που αγαπώ».
Η μαρτυρία της Θεοδώρας:
«Τα ναρκωτικά είναι ο λόγος που για πρώτη φορά στη ζωή μου βρέθηκα στη φυλακή Κορυδαλλού μόλις στα 28 μου χρόνια. Ηθελα να βρω λύση, να ξεφύγω, να γιατρευτώ και να ξαναγυρίσω στη ζωή. Μια φίλη μου μέσα στη φυλακή μου είπε για το πρόγραμμα και μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχα ακούσει ούτε γι’ αυτό ούτε για κανένα άλλο πρόγραμμα θεραπείας. Εκανα την αίτηση και λίγες μέρες μετά με φώναξαν στο μεγάφωνο και ανέβηκα στην κοινότητα. Ανέβηκα με φόβο σαν να πήγαινα στο άγνωστο και συνάντησα εκεί πολλές συγκρατούμενες και τις θεραπεύτριές μου, τη Ρούλα, την Πία και την Ιωάννα. Ζήτησα βοήθεια. Με μάγεψε από την πρώτη στιγμή ο χώρος. Ητανε ανθρώπινος και ζεστός, υπήρχαν παντού χρώματα, καθαρό πάτωμα, χτυπητός καφές, σαλόνι, κουζίνα, μπάνια, καθρέφτες, χρωματιστές καρέκλες, τι άλλο να περιγράψω. Δεν θύμιζε φυλακή, νόμιζα ότι ήμουν κάπου έξω. Ηταν ο παράδεισος μέσα στην κόλαση. Φτιάξαμε ομάδες ενημέρωσης και προετοιμασίας. Γνωρίστηκα με τα κορίτσια καλύτερα, μοιραστήκαμε συναισθήματα, απόψεις, εμπιστεύτηκα άτομα, δέχτηκα κριτική, έκοψα τα φάρμακα και έβαλα πρόγραμμα στην καθημερινότητά μου. Εντυσα τη ζωή μου και ό,τι δυσκολία είχα ήταν δίπλα μου το πρόγραμμα. Αν μου λέγανε να περιγράψω την πιο δυνατή στιγμή, ήταν όταν είχα μεταγωγή για δικαστήρια και κρατήθηκα στο Αίγιο. Εκεί, αντί να μιλάω με την οικογένειά μου, το μοναδικό άτομο που πήρα τηλέφωνο ήταν η θεραπεύτριά μου για να πάρω δύναμη. Μου είπανε ότι τους έλειπα, ότι ανησυχούσανε για μένα.
»Δεν είναι εύκολο. Υπήρχανε στιγμές που ήθελα να το βάλω στα πόδια και πάντα με κράταγε η ομάδα μου. Οταν δικάστηκα και έπρεπε να φύγω για τη Θήβα ήταν σαν να με σκοτώσανε. Ο,τι έφτιαξα τόσον καιρό, χάλασε σε λίγα λεπτά. Ομως στη Θήβα έμαθα ότι φτιαχνόταν η κοινότητα. Γράφτηκα αμέσως για να συνεχίσω αυτό που ξεκίνησα. Αλλη ομάδα, άγνωστα πρόσωπα, άλλοι θεραπευτές, άλλος χώρος. Τώρα πια έχουμε γίνει ομάδα με κοινούς στόχους, συνεργασία και όρεξη για ζωή. Ο στόχος είναι σε κάθε περίπτωση η θεραπεία. Αν φύγει κάποιος από το δρόμο των ναρκωτικών και γίνει καθαρός είναι νικητής. Γιατί, όπως διάβασα σε ένα βιβλίο με τίτλο “Η νεολαία αρραβωνιασμένη με την ταφόπλακα”, τα νιάτα δεν πρέπει να χάνονται νωρίς».
Η Γιόνα περιγράφει πώς ένιωσε την πρώτη φορά που είδε το χώρο που προοριζόταν για την κοινότητα:
«Η πρώτη μου σκέψη ήταν αν μπορούσα να τον γκρεμίσω και να τον ξαναχτίσω από την αρχή. Από τα θεμέλια, έτσι ώστε να ανήκει ολοκληρωτικά σ’ εμάς. Αισθάνθηκα μια αγωνία αν θα μπορούσε αυτό το μπεζ που υπήρχε στους τοίχους, αυτό το γκρι, αυτά τα κάγκελα να έφευγαν, να άλλαζαν. Ετσι κάποια στιγμή το ονειρεύτηκα, αλλά ο φόβος και η αγωνία παρέμειναν στο όνειρό μου, γιατί σκέφτηκα ότι δεν θα κατάφερνε αυτός ο χώρος να αλλάξει και θα παρέμενε ένα μέρος της φυλακής και τίποτ’ άλλο. Κάθε φορά που κοιτούσα τις γκρι πόρτες, μου κοβόταν η ανάσα και τρέμανε τα πόδια μου και αυτό δεν ήταν μόνο απαισιοδοξία. Δεν πίστευα στον εαυτό μου και στη δύναμή μου, μια και ήξερα ότι αν το ήθελα αυτός ο χώρος θα άλλαζε και θα γινόταν όπως τον ονειρεύτηκα. Ολες αυτές οι σκέψεις και οι φόβοι έφυγαν όταν αποφάσισα να εμπιστευτώ τους ανθρώπους, που τόσο καιρό με στηρίζουν και νοιάζονται για μένα χωρίς αντάλλαγμα . Ετσι, τώρα ξεκινάω τη ζωή μου μαζί τους σε έναν χώρο που είναι γεμάτος χρώματα, ζωή και ελπίδα».
Η Φάμπριον-Χριστιάνα μιλάει για τις προκαταλήψεις:
«Πριν από μερικά χρόνια έβλεπα το ΚΕΘΕΑ με διαφορετικά μάτια. Ενιωσα ότι τα κορίτσια που ήταν εκεί μας αποφεύγανε, ήταν αλλιώς. Νόμιζα ότι το ΚΕΘΕΑ προσπαθεί να φτιάξει μια άλλη ράτσα, ανώτερη. Το ανάφερα αυτό στην ομάδα προετοιμασίας, αλλά ακόμα δεν είχα καταλάβει. Οταν έγινε ένα μεγάλο ομαδικό ταρακούνημα στην ομάδα της προκοινότητας, κατάλαβα. Κατάλαβα και πολύ καθαρά ότι αυτό που απέφευγαν τα κορίτσια ήταν η συμπεριφορά της πιάτσας, η χρήση ουσιών, η κατινιά και τα ψέματα. Αυτά που σήμερα πολεμάω κι εγώ κάθε μέρα να τα κρατήσω μακριά μου. Τώρα κατάλαβα γιατί μου φέρονταν έτσι τα κορίτσια της κοινότητας, ήμουν εγώ η “πιάτσα”. Μόνον όταν είσαι καθαρή από ουσίες και έχεις στόχο για ένα καλύτερο αύριο μπορείς να το καταλάβεις αυτό, αλλάζεις συμπεριφορά. Νιώθω όμορφα γιατί βλέπουν σ’ εμένα έναν άνθρωπο που γίνεται με την αλλαγή πιο δυνατός, ότι τα καταφέρνω για το δικό μου καλό και λέω στον εαυτό μου “μπράβο, συνέχισε!”».
Η Μαριάνθη αποφάσισε να δώσει και την προσωπική της μάχη στην κοινότητα:
«Ο νόμος περί ναρκωτικών μπορεί να χαρακτηριστεί επιεικώς παράλογος και εξοντωτικός σε ό,τι αφορά τους χρήστες, διότι το μόνο που κάνει είναι να τους τιμωρεί για την “επιλογή” τους και να τους εξοντώνει με επαναλαμβανόμενη και συνήθως μακρόχρονη φυλάκιση. Λέω “επαναλαμβανόμενη”, διότι, αντί να τους ωθήσει σε προγράμματα απεξάρτησης και επανένταξης, τους ωθεί στον κοινωνικό αποκλεισμό, άρα στην παρανομία και στο περιθώριο».
Η Μαριάνθη περιγράφει πώς ο χρήστης, μόλις εκτίσει την ποινή του, «πετιέται» γυμνός στην κοινωνία χωρίς κανένα εφόδιο και επί πλέον με μεγάλα χρηματικά πρόστιμα. Είναι μοιραίο, λοιπόν, να καταφύγει ξανά στη χρήση και να δημιουργήσει τελικά «πελατειακές» σχέσεις με τις διωκτικές και σωφρονιστικές αρχές και να έρχεται ως επιστέγασμα ο χαρακτηρισμός του ως υπότροπου. Χωρίς βοήθεια και λόγω της αδυναμίας να αποβάλει μόνος την εξάρτηση, «κερδίζει» με μια έστω υποτροπή τη δίωξη σε βαθμό κακουργήματος, εισπράττοντας μεγάλη ποινή και με μόνη ελπίδα τη λύτρωση του θανάτου.
Η Μαριάνθη μιλάει για τα βασανιστήρια και τους εξευτελισμούς που βίωσε η ίδια, αλλά και κάθε χρήστης που γίνεται έρμαιο στα χέρια τού κάθε «ανθρωποφύλακα». Αυτό την έκανε να πολεμάει για τα ανθρώπινα δικαιώματα με πείσμα, πράγμα που την έφερε πολλές φορές αντιμέτωπη με το πιο σκληρό πρόσωπο του συστήματος.
«Οταν αποφάσισα ότι θέλω να καθαρίσω μόνη μου με τα ναρκωτικά, το σύστημα με πολέμησε, δεν ήθελε να με χάσει από πελάτη. Με στημένα κατηγορητήρια ξαναβρέθηκα στα χέρια τους. Τότε σκέφτηκα σαν ύστατη προσπάθεια το ΚΕΘΕΑ. Είχα ενδοιασμούς γιατί νόμιζα ότι εκεί γίνεται πλύση εγκεφάλου, με εξαναγκασμό σε έναν τρόπο ζωής με πολύ αυστηρά όρια. Επρεπε, όμως, επιτέλους να κάνω κάτι για μένα. Δοκιμή, έστω. Την απόφαση για απεξάρτηση την είχα πάρει χρόνια πριν, αλλά μόνη μου δεν τα κατάφερνα. Χτύπησα, λοιπόν, την πόρτα. Μου άνοιξαν άνθρωποι χαμογελαστοί και μου είπαν ότι μαζί θα το παλέψουμε και ότι θα μου δείξουν τον τρόπο όπως κι εκείνοι οι ίδιοι τον έμαθαν. Τώρα ξέρω ότι θα τα καταφέρω.
»Αφησα την αντίδραση πίσω μου και περνάω στη δράση. Στο “Εν Δράσει”. Δουλεύει πραγματικά αν το θέλεις αληθινά. Δεν υπάρχει πλύση εγκεφάλου ούτε αυστηρά όρια, απλώς εσύ μαθαίνεις τα όρια και τις αντοχές σου, τον εσωτερικό σου κόσμο, και διδάσκεσαι να τον διαχειρίζεσαι σωστά, χτίζοντας την πανοπλία σου. Αφού, λοιπόν, εξαναγκάστηκα σε εγκλεισμό, θα αξιοποιήσω όλον αυτό τον άχρηστο χρόνο μέχρι να βγω με τον καλύτερο τρόπο. Η κοινότητα που φτιάχνουμε είναι η όαση πίσω από τα γκρίζα τείχη».
Η Αννα πήγε την πρώτη φορά χάρη στην Κωσταντίνα, που την τράβηξε σχεδόν με το ζόρι στη συνάντηση των φυλακών της Θήβας. Εμεινε και πήγαινε σε όλες τις συναντήσεις και σήμερα είναι μέλος της κοινότητας στη Θήβα. Περιγράφει την ημέρα που τη φώναξαν για μεταγωγή στον Κορυδαλλό:
«Αμέσως ανέβηκα στην κοινότητα. Γνώρισα τις θεραπεύτριές μου και τις κοπέλες. Ολες με υποδέχτηκαν με χαρά και το ένιωσα αυτό. Μόνο που είδα τα χρώματα σε όλους τους χώρους αισθάνθηκα μια ζεστασιά, όπως και όταν μίλησα με όλες τις κοπέλες και συμμετείχα σε όλες τις δουλειές.
»Πήρα πολλή δύναμη, πολλά συναισθήματα και, κυρίως, ξέχασα το εφετείο μου. Μου άρεσε που φάγαμε όλες μαζί σε ένα τραπέζι και κατάλαβα ότι ήμασταν όλες για μία και μία για όλες, παρόλο που εγώ είχα πέσει κάπως από τον ουρανό. Πήρα πολλή δύναμη, δέθηκα πολύ με τα κορίτσια, δημιούργησα σχέσεις. Γνώρισα έναν εθελοντή, τον Παναγιώτη, που μας έμαθε ό,τι σχετίζεται με το ραδιόφωνο. Πολλές εικόνες, πολλά θετικά και δημιουργικά πράγματα. Στη δεύτερη μεταγωγή μου στην κοινότητα Κορυδαλλού είδα και πολλές αλλαγές, δυνάμωσα περισσότερο και πάλι συμμετείχα στις συναντήσεις – και μάλιστα μοιράστηκα ένα δικό μου θέμα, που το έκανα ανοιχτό στην ομάδα. Μέχρι και αφρικανικό χορό έκανα. Είδα ότι άλλαζα μέσα μου και ότι καιρός είναι να κάνω κάτι πραγματικά για μένα. Να κοιτάξω εμένα και το τι έχω ανάγκη για τη ζωή μου και, επιτέλους, μου δίνεται η ευκαιρία να ζήσω καθαρή, ζωντανή ανάμεσα σε ζωντανούς. Είδα ότι δεν είμαι μόνη μου, άρχισα να ονειρεύομαι και να καταλαβαίνω ότι στη ζωή μου δεν υπάρχει μόνο το μαύρο και το γκρίζο που έβλεπα μέχρι τώρα. Μπορεί να είναι δύσκολο, αλλά είναι μαγευτικό και πραγματικό. Και το πιο σίγουρο που κατάλαβα είναι ότι αξίζω και χωρίς ανταλλάγματα . Περισσότερο πλούσια, πιο δυνατή, πιο πεισμωμένη να τα καταφέρω και να πάρω το ρίσκο. Εδωσα μια υπόσχεση στον εαυτό μου, επειδή πάντα το έβαζα στα πόδια: ότι αυτή τη φορά θα το παλέψω κι ας φοβάμαι, και όταν βρω κάποια δυσκολία θα ζητήσω βοήθεια. Εχω αρχίσει να κοιτάζω τη ζωή μου – και η ομάδα και οι θεραπευτές μου, η κοινότητα, με έχει βοηθήσει πάρα πολύ και, επιτέλους, έχω αρχίσει να μιλάω, να ζητάω να είμαι υπεύθυνη και ειλικρινής γιατί αυτό είναι μαγευτικό και θέλω να πω και πολλά άλλα, όμως δεν βρίσκω τα λόγια».
Τα τελευταία λόγια της Αννας ίσως βοηθήσουν όλους τους απέξω να καταλάβουν ότι οι γυναίκες και στη Θήβα παλεύουν σκληρά. Δεν είναι καθόλου εύκολο ή ανώδυνο να παραμένουν στην κοινότητα μέσα στις άθλιες συνθήκες μιας φυλακής. Τις νύχτες και τα Σαββατοκύριακα που δεν βρίσκονται εκεί περνάνε δύσκολα, ζόρικα. Στις ακτίνες πρέπει να κρατάνε απόσταση από την «πιάτσα», τίποτα δεν είναι εύκολο, αλλά παλεύουν. Κάποιες εγκαταλείπουν, κάποιες αποφασίζουν να προσπαθήσουν μόλις βγουν έξω, κάποιες άλλες λυγίζουν και χάνουν το παιχνίδι.
Η κοινότητα, όμως, έγινε πραγματικότητα και στη Θήβα και -τουλάχιστον ώσπου και η χώρα αυτή να καταλάβει ότι η φυλάκιση είναι το τελευταίο έργο στην πορεία καταστροφής ενός εξαρτημένου- κάθε τέτοια προσπάθεια έχει μεγάλη σημασία.

Η Ιωάννα φτιάχνει το Συμβόλαιο
«Εφτασα στη Θήβα με μεταγωγή από τον Κορυδαλλό στις 26 Ιουνίου, την παγκόσμια ημέρα κατά των ναρκωτικών. Τυχαίο; Δεν νομίζω! Φαντάζομαι ότι όταν το “σκοτάδι” νιώθει να σε χάνει, βάζει περισσότερες δυνάμεις εναντίον σου. Αφησα πίσω μου την κοινότητα του Κορυδαλλού και την προσπάθειά μου στη μέση. Είναι σύμφυτο με την όλη κατάσταση να μην ξέρεις ποτέ τι σου ξημερώνει. Εκείνο, όμως, που δεν μπορούν όλοι αυτοί να υπολογίσουν είναι ότι το ξημέρωμα δεν είναι δικό τους. Οι αχτίδες του ήλιου ανατέλλουν προς όλες τις κατευθύνσεις και μια αχτίδα από όλες μπορεί να είναι δική σου. Να την ανέβεις και να φτάσεις όσο ψηλά πάει. Οταν ήρθα εδώ, υπήρχε μόνο η συμβουλευτική που μόλις είχε ξεκινήσει. Ημουν θυμωμένη, οργισμένη, λυπημένη και ηττημένη. Ημουν, όμως, και τυχερή χωρίς να το ξέρω. Είδα τους υπεύθυνους του προγράμματος, που ήδη γνώριζα, κι αυτοί με αγκάλιασαν, μου άπλωσαν το χέρι. Ηρθαν κι άλλοι, παρουσίες που έβλεπα να αγωνίζονται δίπλα μου. Ολη η πορεία της ομάδας ήταν κάτι σαν παλίρροια. Ερχόμασταν μπροστά και κάναμε πάλι πίσω. Αμφιβολίες, άρνηση. Συνεχώς, όμως, ήταν εκεί οι θεραπευτές μας να μας υπενθυμίζουν τον κοινό στόχο, και η εικόνα άρχισε να αλλάζει. Το μακρινό πλησίαζε και το αφηρημένο γινόταν συγκεκριμένο. Πολλές στιγμές ήταν καθοριστικές, όπως η αρχή της συζήτησης στην ομάδα για το Συμβόλαιο. Στην αρχή λέγαμε διάφορα στερεότυπα που είχαμε ακούσει από δω κι από κει. Μια μέρα, όμως, ο Γιάννης είπε κάτι που εγώ το κρατάω σαν φυλαχτό: “Κορίτσια, αυτό που πάμε να κάνουμε πρέπει να το ερωτευτείτε. Αν δεν το ερωτευτείτε, δεν πρόκειται να δουλέψει ούτε για σας ούτε για τις επόμενες”.
»Ολα, λοιπόν, ανοιχτά, από το μηδέν. Οι συζητήσεις ζωντάνεψαν. Τι θέλαμε, τι ζητούσαμε από τη θεραπευτική διαδικασία, τι πρέπει να μάθουμε στην αρχή, τι θέλουμε να αλλάξουμε στον εαυτό μας, ποιοι είναι οι φόβοι μας. Να μάθουμε τις άμυνές μας, τη δύναμη της συνήθειας που μας ακινητοποιεί, το βόλεμα και το ξεβόλεμα και τη διάθεση της καθεμιάς να παλέψει και να δεσμευτεί. Και μετά πώς όλα αυτά να μη γίνουν τυπικά και άκαμπτα, να μην πνίξουν την πραγματική ανάγκη, να μη χάσουν τη φρεσκάδα και τη ζωή που τα ενέπνευσε. Ανατέθηκε σ’ εμένα να τα συνθέσω όλα αυτά σε ένα κείμενο που θα αποτελούσε το Συμβόλαιο».
Η Ιωάννα περιγράφει τον πανικό της όταν το ανέλαβε, τους φόβους της μήπως το γράψει με ξύλινη γλώσσα, την αγωνία της να συμπεριλάβει τα θέλω και τις σκέψεις όλων. Και συνεχίζει:
«Μια μέρα πριν παρουσιάσω το Συμβόλαιο στην ομάδα δεν είχα κάνει τίποτα. Μας φώναξαν στις 11 το πρωί για ΚΕΘΕΑ. Εκείνη την ημέρα δεν είχαμε ομάδα και παραξενευτήκαμε. Είναι, όμως, κάτι πράγματα μαγικά. Ερχονται εκεί που δεν τα περιμένεις και είναι σαν να σπάει ένα φράγμα μέσα σου. Είχε έρθει κόσμος, αρχιτέκτονες, μαραγκοί κι άλλοι για να βάλουν πλάτη να φτιαχτεί η κοινότητα. Από το μηδέν μια νέα αρχή. Ενα όνειρο. Ενας παρατημένος κήπος με αγριόχορτα και έρχεται κόσμος να σκάψει, να φυτέψει, να ρίξει λίπασμα και νερό. Και τότε αρχίζουν και ανθίζουν λουλούδια, μεγαλώνουν δέντρα και τα βράδια ακούς τον ψίθυρο της ζωής με τ’ αεράκι. Γύρισα πίσω και πήρα τις σημειώσεις από τις συζητήσεις στα χέρια μου. Σε δυο ώρες είχε βγει το μεγαλύτερο μέρος του Συμβολαίου και ήξερα πολύ καλά και πώς θα το τελειώσω. Το άλλο πρωί το παρουσίασα στην ομάδα μου. Αισθάνομαι ακόμα περίεργα για τα “μπράβο” και τα “ευχαριστώ” που πήρα, είμαι περήφανη γι’ αυτό που πήρα και γι’ αυτό που έδωσα. Με συνεπήρε όλη η διαδικασία και με γοήτεψε η πρόκληση. Ηταν μέρες που περπατούσα στα σύννεφα. Σαν ονειροπαρμένη. Ακριβώς σαν ερωτευμένη!»


Πρόταση από τους ειδικούς
Ο διευθυντής του ΚΕΘΕΑ Μπάμπης Πουλόπουλος, με μια ολοκληρωμένη, ρεαλιστική, προσαρμοσμένη ακόμα και στην οικονομική κρίση, πρόταση για εξαρτημένους που βρίσκονται στις φυλακές:
*Οι εγκαταστάσεις του υπουργείου Δικαιοσύνης στον Ελαιώνα Θηβών είχαν μείνει αναξιοποίητες για πάρα πολλά χρόνια, παρά το γεγονός ότι είχαν αγοραστεί και διαμορφωθεί για να φιλοξενήσουν ένα Κέντρο Απεξάρτησης κρατουμένων χρηστών, δυναμικότητας 300 ατόμων. Ετσι, πριν από τρία χρόνια πάρθηκε η απόφαση το κεντρικό κτήριο των εγκαταστάσεων να μετατραπεί σε γενική φυλακή, όπου μεταφέρθηκαν από τον Κορυδαλλό οι γυναίκες κρατούμενες που έχουν καταδικαστεί.
*Ωστόσο, στις εγκαταστάσεις του Ελαιώνα Θηβών είχαν επίσης κατασκευαστεί μια σειρά από ανεξάρτητους οικίσκους, οι οποίοι είναι άμεσα αξιοποιήσιμοι για τη στέγαση προγραμμάτων απεξάρτησης, τα οποία θα δίνουν τη δυνατότητα πρόσβασης σε θεραπεία σε μεγάλο αριθμό κρατουμένων. Τα προγράμματα αυτά θα μπορούσαν να λειτουργήσουν είτε στο πλαίσιο του υπουργείου Δικαιοσύνης είτε υπό την ευθύνη αναγνωρισμένων φορέων απεξάρτησης, όπως το ΚΕΘΕΑ, ο ΟΚΑΝΑ, το 18 ΑΝΩ κ.ά. Η συνεργασία του σωφρονιστικού συστήματος με οργανισμούς κοινωνικής φροντίδας για την παροχή υπηρεσιών πρόληψης, έγκαιρης παρέμβασης και θεραπείας μέσα στις φυλακές είναι πρακτική που έχει ακολουθηθεί με επιτυχία σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Στην Ελλάδα ανάλογη είναι η περίπτωση συνεργασίας ανάμεσα στο υπουργείο Δικαιοσύνης και στο ΚΕΘΕΑ.
*Στον Ελαιώνα μπορούν να συνυπάρξουν προγράμματα διαφορετικής προσέγγισης και φιλοσοφίας, που θα βασίζονται στην εθελοντική συμμετοχή των κρατουμένων, ώστε κάθε κρατούμενος να μπορεί να επιλέξει να ενταχθεί στο πρόγραμμα που ταιριάζει καλύτερα στις ανάγκες του. Αμεση προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στη δημιουργία Κέντρου Σωματικής Αποτοξίνωσης, με ή χωρίς τη χορήγηση υποκαταστάτων. Στην περίπτωση χορήγησης υποκαταστάτων, αυτή θα πρέπει να αφορά μόνο το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την αντιμετώπιση του στερητικού συνδρόμου και δεν μπορεί να ξεπερνά τις 21 ημέρες. Με την ολοκλήρωση της σωματικής αποτοξίνωσης, οι κρατούμενοι θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα ένταξης σε προγράμματα συμβουλευτικής και θεραπείας για την ψυχική τους απεξάρτηση.
*Η επιτυχία της απεξάρτησης μέσα στη φυλακή εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη διασύνδεση των θεραπευτικών προγραμμάτων στα σωφρονιστικά συστήματα με φορείς στην κοινωνία, ώστε οι συμμετέχοντες να έχουν υποστήριξη μετά την αποφυλάκιση σε ειδικά κέντρα υποδοχής και επανένταξης, για να αποκοπούν οριστικά από τον φαύλο κύκλο της εξάρτησης και να ενταχθούν στην κοινωνία.
*Η πρόβλεψη για τη λειτουργία προγραμμάτων όπως τα παραπάνω, με στόχο τη συστηματική αντιμετώπιση του προβλήματος της εξάρτησης στο πλαίσιο του σωφρονιστικού συστήματος, έχει ενσωματωθεί στη νομοθεσία των περισσότερων χωρών-μελών της Ε.Ε. και βασίζεται στην αναγνώριση του δικαιώματος των κρατουμένων να έχουν την ίδια πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας και υγειονομικής περίθαλψης με τον υπόλοιπο πληθυσμό.


Ενας εθελοντής στην κοινότητα
*«Η πρώτη μου επαφή με τις φυλακές στη Θήβα ήταν στις ομάδες της συμβουλευτικής (η φάση πριν από την ένταξη στην κοινότητα) το καλοκαίρι. Είδα εκεί κοπέλες που διψούσαν να ακούσουν. Να δραπετεύσουν από τον τρόπο ζωής που έκαναν. Κάποιες με δυνατά θέλω, θολά όμως από τη σκόνη του χρόνου. Κοπέλες που χρειαζόντουσαν νοιάξιμο και φροντίδα. Αυτό που έβλεπα απέναντί μου ήταν μάτια που με κοιτούσαν διερευνητικά, με μια βουβή και συνάμα εκκωφαντική ερώτηση: “Ποιος είσαι εσύ; Τι ήρθες να κάνεις εδώ; Γιατί να σε εμπιστευτώ;” Κατάφερα να τις κάνω να έρθουν κοντά μου, να τους δώσω τις δικές μου εμπειρίες, τη γνώμη μου, τη βοήθειά μου για να αρχίσουν να βρίσκουν απαντήσεις στο ερώτημα “πώς θα καταφέρω να ζήσω καθαρή”. Οταν η ομάδα μας ξεκίνησε το στήσιμο της κοινότητας με κοινό στόχο και όνειρο, αντίκρισα τον εγκαταλειμμένο χώρο και πάγωσα. Μαζί με τα εφτά πρώτα μέλη της κοινότητας πέσαμε με τα μούτρα στη δουλειά μέχρι που αρχίσαμε να δίνουμε χρώμα στο χώρο. Πλέον φυσάει ένας άνεμος δροσιάς και καθημερινά βλέπω τη δίψα τους να προσπαθήσουν, να ζήσουν, να δημιουργήσουν, να βγουν από την ψευτιά και την υποκρισία. Με αγάπη προσπαθούμε καθημερινά να τους δείξουμε το δρόμο να αποδεχτούν ξανά τον εαυτό τους, να βρουν τη δύναμη να αναποδογυρίσουν το ανάποδο, να δυναμώσουν, να ζήσουν ελεύθερες ανάμεσα στους ανθρώπους. Να σηκώσουν ξανά το κεφάλι και να δούνε τον ήλιο χωρίς ντροπή και τύψεις. Να μάθουν να γελούν χωρίς να είναι το γέλιο τους μια νευρική αντίδραση του προσώπου τους. Δεν το κρύβω πως πολλές φορές τα μάτια μου δακρύζουν, όπως την ημέρα που μια κοπέλα κλαίγοντας μου είπε πως μετά από πολλά χρόνια τρώει σε τραπέζι μαζί με δικούς της ανθρώπους, σαν οικογένεια. Αυτά με κάνουν να νιώθω υπέροχα για την επιλογή μου και βρίσκομαι εδώ με αγάπη για όσες κοπέλες ήρθαν, για όσες έφυγαν, για όσες έμειναν και για όσες θα έρθουν».

Αναρτήθηκε από τον/την Βασιλική Μετατρούλου στο 2011/03/13  
http://xyzcontagion.wordpress.com/Το ρεπορτάζ αυτό, της εκ των φορέων του “Ιού“, Αντας Ψαρρά,  δεν βρίσκεται στην on-line έκδοση της εφημερίδας “Ελευθεροτυπία”, καθώς δημοσιεύτηκε στο περιοδικό “ΕΨΙΛΟΝ”, της “Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας”, την Κυριακή 13 Μαρτίου 2011.